Παθήσεις - Λύσεις

"Πρεσβυωπίαν φυγείν αδύνατον"

Ετυμολογικά, ο όρος πρεσβυωπία προέρχεται από τις αρχαίες ελληνικές λέξεις “πρέσβυς”, που σημαίνει “μεγαλύτερος σε ηλικία”, και “ορώ”, που σημαίνει “βλέπω”. Η πρεσβυωπία δεν είναι ασθένεια, αλλά ένα φαινόμενο απόλυτα φυσιολογικό. Είναι μια διαταραχή της όρασης, η οποία εμφανίζεται σε όλους τους ανθρώπους μετά την ηλικία των σαράντα ετών και οφείλεται σε απώλεια της ελαστικότητας, που παρουσιάζεται στον κρυσταλλοειδή φακό του ματιού.

Σε μικρότερες ηλικίες, ο κρυσταλλοειδής φακός είναι εξαιρετικά ελαστικός και, μεταβάλλοντας το σχήμα του, μας επιτρέπει να εστιάζουμε άμεσα σε όλες τις αποστάσεις. Με την πάροδο του χρόνου, όμως, ο φακός σκληραίνει, το μάτι χάνει την ικανότητα προσαρμογής και η όραση στις κοντινές αποστάσεις δεν είναι ευκρινής.

Βασικό σύμπτωμα της πρεσβυωπίας είναι η μειωμένη όραση στις κοντινές αποστάσεις. Ο πρεσβύωπας δυσκολεύεται να διαβάσει και κουράζεται μετά από σύντομο διάστημα κοντινής εργασίας. Στην αρχή της εμφάνισης των συμπτωμάτων, το άτομο με πρεσβυωπία ανακουφίζεται από τις ενοχλήσεις απομακρύνοντας από τα μάτια του το αντικείμενο που θέλει να δει καθαρά ή το έντυπο που θέλει να διαβάσει. Με την πάροδο των χρόνων, όμως, η προοδευτική μείωση της ικανότητας για προσαρμογή κάνει την ανάγνωση όλο και πιο δύσκολη και, τελικά, πρακτικά αδύνατη.

Πως διορθώνεται η πρεσβυωπία;

Η οπτική διόρθωση της πρεσβυωπίας γίνεται με οφθαλμικούς φακούς, οι οποίοι αναπληρώνουν την πρόσθετη θετική διαθλαστική δύναμη που απαιτείται για να δει κανείς κοντά και που η ανεπαρκούσα προσαρμογή δε μπορεί να προσφέρει. Αυτή η πρόσθετη δύναμη, μπορεί να δοθεί είτε με τη μορφή ξεχωριστών γυαλιών για κοντά (ημισέληνα) είτε, σε περίπτωση που υπάρχει και μακρινή διόρθωση, με τη μορφή διπλοεστιακών ή πολυεστιακών γυαλιών.

Με την κοντινή οπτική διόρθωση έχουμε καθαρή όραση μόνο στην απόσταση διαβάσματος, δηλαδή περίπου 30 – 40 εκατοστά. Από εκεί και πέρα όλα τα αντικείμενα είναι θολά και ,για να δούμε καθαρά σε μακρινές ή μεσαίες αποστάσεις, πρέπει να βγάλουμε τα γυαλιά μας ή στην περίπτωση που φοράμε “ημισέληνο” σκελετό, απλά να κοιτάξουμε πάνω από αυτά.

Στο (παρα)εμπόριο κυκλοφορούν και προκατασκευασμένα (έτοιμα) γυαλιά πρεσβυωπίας, με κόστος μηδαμινό για την τσέπη μας, αλλά ιδιαίτερα σημαντικό για την υγεία των ματιών μας. Αυτό οφείλεται στη χείριστη ποιότητα του υλικού των φακών, στην ανυπαρξία οπτικών κέντρων και στην ίδια οπτική διόρθωση (ίδιο βαθμό) και για τα δύο μάτια, πράγμα που στατιστικά συμβαίνει σπάνια.

Διπλοεστιακά και πολυεστιακά γυαλιά

Τα διπλοεστιακά γυαλιά αποτελούνται από δύο τμήματα: Το πάνω, που φέρει τη μακρινή διόρθωση και το κάτω που φέρει την κοντινή, τα οποία χωρίζονται μεταξύ τους με μια γραμμή. Με αυτά τα γυαλιά βλέπουμε καθαρά μόνο στη μακρινή και στην κοντινή απόσταση. Η όραση στη μεσαία απόσταση εξακολουθεί να είναι θολή.

Η πιο σωστή λύση για τη διόρθωση της πρεσβυωπίας είναι τα πολυεστιακά γυαλιά. Έχουν τρεις κύριες ζώνες οράσεως και μας επιτρέπουν να βλέπουμε καθαρά σε όλες τις αποστάσεις, μακριά, μεσαία και κοντά με μόνο ένα ζευγάρι γυαλιά. Και όλα αυτά χωρίς να υπάρχουν επί του φακού αντιαισθητικές διαχωριστικές γραμμές, όπως στα διπλοεστιακά. Η όραση είναι άνετη και φυσική και η εμφάνιση πολύ νεανική.

Εν κατακλείδι, μπορούμε να συμπεράνουμε ότι η πρεσβυωπία δεν αποτελεί πάθηση, αλλά απλώς φυσιολογική εξέλιξη του οφθαλμικού συστήματος, η οποία αντιμετωπίζεται εύκολα και με απλά και καλαίσθητα μέσα. Ως εκ τούτου, δεν πρέπει να μας ανησυχεί και να μας φοβίζει, γιατί τελικά… πρεσβυωπίαν φυγείν αδύνατον!

Γλαύκωμα

Το γλαύκωμα είναι μια αρκετά συχνή ασθένεια. Συνήθως εμφανίζεται μετά την ηλικία των 40 ετών. Πρόκειται για μια αύξηση της ενδοφθάλμιας πίεσης πάνω από το φυσιολογικό όριο (22mmhg), η οποία προκαλεί αλλοιώσεις στο οπτικό πεδίο και κοίλανση της οπτικής θηλής. Συνήθως δεν έχει συμπτώματα, με εξαίρεση κάποιες μορφές γλαυκώματος, και μπορεί να οδηγήσει ακόμα και σε τύφλωση, εφόσον δε διαγνωστεί και αντιμετωπιστεί έγκαιρα. Δυστυχώς δεν υπάρχει θεραπεία, αλλά με την κατάλληλη θεραπευτική αγωγή μπορούμε να ελέγξουμε την εξέλιξή του.

Που οφείλεται

Το γλαύκωμα παρουσιάζεται σε άτομα με ιστορικό γλαυκώματος στην οικογένεια. Επίσης σε μύωπες, διαβητικούς και χρήστες κορτιζόνης για μεγάλο χρονικό διάστημα. Οφείλεται στη διαταραχή της ισορροπίας ανάμεσα στην παραγωγή και την αποχέτευση ενός υγρού, το οποίο ονομάζεται υδατοειδές υγρό και παράγεται φυσιολογικά στο εσωτερικό του ματιού. Κάτι τέτοιο μπορεί να συμβεί εξαιτίας διαφόρων λόγων, όπως είναι η χρήση περιφερειακών αγγειοσυσταλτικών (της καφεΐνης, για παράδειγμα), η λήψη μεγάλης ποσότητας νερού και η μηχανική πίεση που ασκείται στις υδάτινες φλέβες από τη χρήση των φακών επαφής. Ακόμα, η αναπνοή και η καρδιακή λειτουργία είναι υπεύθυνες για μια μικρή και στιγμιαία αύξηση. Ο τόνος, δηλαδή η πίεση, του ματιού μεταβάλλεται μέσα στο εικοσιτετράωρο και υπάρχει μια ημερήσια διακύμανση 3-4 mmhg, εμφανιζόμενος συνήθως υψηλότερος το πρωί.

Για να πούμε ότι ένας ασθενής εμφανίζει γλαύκωμα, δεν αρκεί μόνο η αυξημένη ενδοφθάλμια πίεση. Θα πρέπει να υπάρχουν οπωσδήποτε βλάβες στο οπτικό νεύρο και στο οπτικό πεδίο. Μόνο τότε είναι σίγουρη η διάγνωση του γλαυκώματος. Αν βρεθεί μια αυξημένη ενδοφθάλμια πίεση, χωρίς να προκληθούν αλλοιώσεις στο οπτικό πεδίο, μιλάμε για οφθαλμική υπερτονία, που δεν οδηγεί απαραίτητα σε γλαύκωμα.


Οι πιο συνηθισμένοι τύποι γλαυκώματος είναι το γλαύκωμα ανοικτής γωνίας και το γλαύκωμα κλειστής γωνίας.

Θεραπεία

Υπάρχουν κολλύρια που ελαττώνουν την παραγωγή του υδατοειδούς υγρού, όπως και κολλύρια που διευκολύνουν την αποχέτευσή του. Μια άλλη ασφαλής και ανώδυνη μέθοδος, η οποία αποτελεί συμπλήρωμα της φαρμακευτικής αγωγής είναι οι ακτίνες laser. Αν και με τις δύο θεραπευτικές αγωγές δεν επιτευχθεί η ρύθμιση της ενδοφθάλμιας πίεσης, τότε ενδείκνυται η χειρουργική επέμβαση. Σκοπός της είναι η δημιουργία μιας νέας αποχετευτικής οδού του υδατοειδούς υγρού και, συνεπώς, η ελάττωση της ενδοφθάλμιας πίεσης.

Γλαύκωμα ανοικτής γωνίας

Το γλαύκωμα παρουσιάζεται σε άτομα με ιστορικό γλαυκώματος στην οικογένεια. Επίσης σε μύωπες, διαβητικούς και χρήστες κορτιζόνης για μεγάλο χρονικό διάστημα. Οφείλεται στη διαταραχή της ισορροπίας ανάμεσα στην παραγωγή και την αποχέτευση ενός υγρού, το οποίο ονομάζεται υδατοειδές υγρό και παράγεται φυσιολογικά στο εσωτερικό του ματιού. Κάτι τέτοιο μπορεί να συμβεί εξαιτίας διαφόρων λόγων, όπως είναι η χρήση περιφερειακών αγγειοσυσταλτικών (της καφεΐνης, για παράδειγμα), η λήψη μεγάλης ποσότητας νερού και η μηχανική πίεση που ασκείται στις υδάτινες φλέβες από τη χρήση των φακών επαφής. Ακόμα, η αναπνοή και η καρδιακή λειτουργία είναι υπεύθυνες για μια μικρή και στιγμιαία αύξηση. Ο τόνος, δηλαδή η πίεση, του ματιού μεταβάλλεται μέσα στο εικοσιτετράωρο και υπάρχει μια ημερήσια διακύμανση 3-4 mmhg, εμφανιζόμενος συνήθως υψηλότερος το πρωί.

Για να πούμε ότι ένας ασθενής εμφανίζει γλαύκωμα, δεν αρκεί μόνο η αυξημένη ενδοφθάλμια πίεση. Θα πρέπει να υπάρχουν οπωσδήποτε βλάβες στο οπτικό νεύρο και στο οπτικό πεδίο. Μόνο τότε είναι σίγουρη η διάγνωση του γλαυκώματος. Αν βρεθεί μια αυξημένη ενδοφθάλμια πίεση, χωρίς να προκληθούν αλλοιώσεις στο οπτικό πεδίο, μιλάμε για οφθαλμική υπερτονία, που δεν οδηγεί απαραίτητα σε γλαύκωμα.

Οι πιο συνηθισμένοι τύποι γλαυκώματος είναι το γλαύκωμα ανοικτής γωνίας και το γλαύκωμα κλειστής γωνίας.

Γλαύκωμα κλειστής γωνίας

Εμφανίζεται, συνήθως, σε μάτια που έχουν προδιάθεση, λόγω της ειδικής τους μορφολογίας. Πρόκειται για μάτια μικρά, υπερμετρωπικά και με μικρό κερατοειδή. Αυτός ο τύπος γλαυκώματος παρουσιάζει αρκετά έντονα συμπτώματα. Ο ασθενής αισθάνεται σφοδρούς πόνους βαθιά στο μάτι ή γύρω από αυτό, παρατηρεί ελάττωση της όρασης και χρωματιστούς κύκλους γύρω από τις φωτεινές πηγές, λόγω του οιδήματος του κερατοειδούς. Οι πόνοι μπορούν να αντανακλούν σε όλο το κεφάλι, στα δόντια ή στον κορμό. Ο τόνος του ματιού ανέρχεται στα 60-80 mmhg. Ο επιπεφυκότας είναι υπεραιμικός και αρκετά θολωμένος.

Θεραπεία

Η θεραπεία είναι ίδια με τον προηγούμενο τύπο γλαυκώματος, με τη μόνη διαφορά ότι οι ενσταλάξεις κολλυρίων είναι πιο συχνές. Στη συνέχεια επεμβαίνουμε με ακτίνες laser και χειρουργικά.

Η καλύτερη θεραπεία για μια χρόνια νόσο, όπως το γλαύκωμα, είναι η πρόληψη. Όλοι οι άνθρωποι, μετά την ηλικία των 40 ετών, πρέπει να υποβάλλονται σε οφθαλμολογική εξέταση, τουλάχιστον μία φορά το χρόνο. Με αυτόν τον τρόπο, επιτυγχάνουμε την έγκαιρη διάγνωση του γλαυκώματος και, συνεπώς, την αποφυγή των επιπτώσεών του.